Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Κριστόφ Κισλόφσκι Trois Couleurs - Γεννήθηκε σαν σήμερα στις 27 Ιουνίου 1941


Κριστόφ Κισλόφσκι

Ο Κριστόφ Κισλόφσκι (Krzysztof Kieślowski (Β·Π)) ήταν Πολωνός σκηνοθέτης και σεναριογράφος.

Γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1941 στη Βαρσοβία. Σπούδασε από το 1964 μέχρι το 1968 στην Κρατική Ανωτέρα Σχολή Κινηματογραφίας του Λοτζ. Έγινε διεθνώς γνωστός μέ την τριλογία του Τρία Χρώματα (1993-94). Με το τρίτο μέρος («Κόκκινο») ήταν υποψήφιος για Όσκαρ σκηνοθεσίας. 

Trois Couleurs: Blanc (1993) Kieslowski


Trois Couleurs: Bleu - Three Colors: Blue (1993)



Μπλε. Η Ελευθερία ως ουμανιστική ιδέα όπως αποτυπώνεται στην πρώτη ρίγα της Γαλλικής σημαίας και η Ελευθερία ως ατομική διάσταση όπως την καταγράφει η εκφραστική κινηματογραφική πένα του τελευταίου σκηνοθέτη της ψυχής. Εκεί που το τέλος συναντά μια νέα αρχή, εκεί που συναισθήματα απειλούνται από αποκαλύψεις μιας στιγμής, εκεί που οι αναμνήσεις στέκουν ως τείχη αδιαπέραστα μπροστά στην ανάγκη διαφυγής, ο Krzysztof Kieslowski προσαρμόζει τη θέληση ως κλειδί και την αγάπη ως όχημα της λυτρωτικής απελευθέρωσης. Ο δρόμος της απώλειας θα γίνει το εφαλτήριο για την εσωτερική αναδόμηση της Julie(Juliette Binoche). Έχοντας χάσει οικογένεια και παρελθόν σε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα και προσπαθώντας να απαγκιστρωθεί από τον πόνο της ανακάλυψης της εξωσυζυγικής σχέσης του άντρα της, μετατρέπεται σε μια απρόσωπη και ανώνυμη παρουσία. Μια οντότητα που παλεύει να μείνει ελεύθερη από μνήμη, από συναισθήματα, από παρελθόν. «Νυνι δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα. Μείζων δε τούτων η αγάπη» ηχεί ως απόσπασμα της ελευθερώτριας Προς Κορινθίους Επιστολής ο ύμνος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο τέλος της οδύσσειάς της, επισφραγίζοντας τη δυναμική του πιο πρωτόγονου των συναισθημάτων σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης υπόστασης ως κοινωνικό ον: Η ταινία του Kieslowski πάλλεται μέσα στην έννοιά της άλλοτε σε επίπεδο οικουμενικό και άλλοτε βαθιά προσωπικό, αντανακλώντας στο πρόσωπο της Julie την πάλη ανάμεσα στην ασημαντότητα της ύπαρξης ως τη συνειδητοποίηση και τη λατρεία της μοναδικότητας. Μέσα από αυτή, ζωή και θάνατος, πόνος και λύτρωση, άρνηση και επιθυμία μοιάζουν να διαχωρίζονται από μια λεπτότατη γραμμή, επάνω στην οποία ο σκηνοθέτης υφαίνει για την ηρωίδα του άλλο ένα παιχνίδι άψογα δομημένο επάνω στις αντικρουόμενες αρχές της θέλησης και του τυχαίου. Όπως και στη Διπλή Ζωή της Βερόνικα, η πορεία της μούσας του φαντάζει να εσωκλείει όλα τα περάσματα της μεγάλης διαδρομής που λέγεται ζωή, σε ένα συμπυκνωμένο από συναισθήματα ταξίδι που εν τέλει μπορεί να βιωθεί μονάχα με τα μάτια της ψυχής. Και ως ζωγράφος της, ο Kieslowski επιλέγει να την εμβαπτίσει στο μπλε, το χρώμα της ελευθερίας.

- ΟΛΑ ΣΕ ΘΥΜΙΖΟΥΝ... μα ιδιαίτερα ο τρόπος με τον οποίο θαλασσοδέρνονται τα συναισθήματα στις προσωπογραφίες της Juliette Binoche, ο ηχητικός αισθησιασμός μέσα από τις νότες του Zbigniew Preisner, το ευδιάκριτο πινέλο του μεγαλύτερου Ευρωπαίου δημιουργού επάνω στα ρευστά καρέ.

- ΕΝΑΣ ΚΟΜΠΟΣ Η ΧΑΡΑ ΜΟΥ... επειδή συνήθως δεν υπάρχουν λέξεις να αντιστοιχούν στα εντονότερα συναισθήματα.

- ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ... η σπουδαιότερη τριλογία του παγκόσμιου σινεμά μόλις έβαλε πλώρη >> 9,5/10 (κρατώντας το δεκάρι για το κλείσιμό της…)

Βρεττός Λιάπης

Η μπλε ταινία αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας βασισμένης στα χρώματα της γαλλικής σημαίας: μπλε, άσπρο, κόκκινο, τα οποία συμβολίζουν τις έννοιες της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφότητας αντίστοιχα.

Μπλε –Ελευθερία- η ελευθερία του να μην έχεις τίποτα, η ελευθερία του να χάνεις τα πάντα . Αυτό ακριβώς βιώνει η Julie (J.Binoche), η οποία μετά τον τραγικό θάνατο του μουσικοσυνθέτη συζύγου της και της μικρής τους κόρης σε ένα τροχαίο δυστύχημα επιχειρεί να βυθιστεί στην πλήρη λήθη απαρνούμενη όλη την προηγούμενη ζωή της. Η πλοκή της ταινίας ακολουθεί τη γνωστή πορεία της τραγωδίας μέσω του πόνου, της επούλωσης των εσωτερικών τραυμάτων, της προσωπικής κάθαρσης. Ωστόσο, στα χέρια του Kieslowski ένα αναγνωρίσιμο δραματουργικό μοτίβο μεταμορφώνεται. Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στο ότι ο δημιουργός δεν αντιμετωπίζει τη ζωή των ηρώων του ως μια μεταφορά ενός προβλέψιμου γραφήματος, αλλά ως ένα ατέρμονο ταξίδι ανατροπών να συναισθηματικών μεταπτώσεων. Η εικόνα, το φως, οι ήχοι και η μουσική λειτουργούν τόσο συμπληρωματικά μεταξύ τους, όσο και το καθένα. αυτόνομα. Ο σκηνοθέτης χειρίζεται φως και σκιά με δεξιοτεχνία παραδίδοντας ένα εικαστικά υποβλητικό αποτέλεσμα. Το κυρίαρχο μπλε χρώμα ως επί το πλείστον ταυτίζεται με ένα καταλυτικό αίσθημα διάχυτης θλίψης. Το ίδιο χρώμα κάποτε μεταβάλλεται, άλλοτε προσεγγίζοντας τις ψυχρές γαλάζιες αποχρώσεις του και άλλοτε τις σκούρες μπλε –σχεδόν μαύρες αποχρώσεις, συμβαδίζοντας με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις του κεντρικού προσώπου.

Oh Yeah! : - για την εσωτερική ερμηνεία της Binoche, η οποία αποδίδει τη συναισθηματική παράλυση/παραίτηση της Julie χωρίς υπερβολές και κραυγαλέες αντιδράσεις. Οι ανεπαίσθητες συσπάσεις του προσώπου της, το μελαγχολικό της βλέμμα, η γλώσσα του σώματός της αποκαλύπτουν έναν εσωτερικό και βαθύ πόνο. Η ποιητική μουσική του Zbigniew Preisner είναι μουσική κάθαρσης (τόσο της Julie όσο και του κοινού). Είναι η μουσική της ζωής της Julie, της κάθε Julie, του κάθε ανθρώπου που διεκδικεί και αναζητά την προσωπική και απόλυτη ελευθερία του.

Oh No! : …τίποτα. Εκτός πια αν θα προτιμούσατε μια ταινία (για την ακρίβεια τρεις ταινίες) ως απόρροια κοινωνικοπολιτικής εξέτασης του συνθήματος της γαλλικής επανάστασης (ελευθερία - ισότητα - αδελφότητα) και όχι μιας υπαρξιακής, συναισθηματικής, συμβολικής προσέγγισης αυτού.

H ατάκα: “ I don’t want any belongings, any memories. No friends, no love. Those are all traps.”
Πηγή : http://cine.gr/film.asp?id=702467&page=4

Trois Couleurs: Rouge - Three Colors: Red (1994)

Πέθανε στις 13 Μαρτίου 1996 στη Βαρσοβία.
Φιλμογραφία
1966 The Tram (Tramwaj)
1966 The Office (Urzad)
1967 Concert Of Requests (Koncert Zyczen)
1968 The Photograph (Zdjecie)
1969 From the City of Lodz (z Miasta Lodzi)
1970 I Was A Soldier (Bylem Zolnierzem)
1970 Factory
1971 Before The Rally (Przed Rajdem)
1972 Refrain (Refren)
1972 Between Wroclaw and Zielona Gora (Miedzy Wroclawiem a Zielona Gora)
1972 The Principles of Safety and Hygiene in a Copper Mine (Podstawy BHP w Kopalni Miedzi)
1972 Workers '71: nothing about us without us (Robotnicy '71: Nic o Nas Bez Nas)
1973 Bricklayer (Murarz)
1973 Pedestrian Subway (Przejscie Podziemne)
1974 X-Ray (Przeswietlenie)
1974 First Love (Pierwsza Milosc)
1975 Curriculum Vitae (Zyciorys)
1975 Personnel (Personel)
1976 Hospital (Szpital)
1976 Slate (Klaps)
1976 The Scar (Blizna)
1976 The Calm (Spokoj)
1977 From A Night Porter's Point Of View (Z Punktu Widzenia Nocnego Portiera)
1977 I Don't Know (Nie Wiem)
1978 Seven Women Of Different Ages (Siedem Kobiet w Roznym Wieku)
1979 Ο Ερασιτέχνης Κινηματογραφιστής (Amator)
1980 Station (Dworzec)
1980 Talking Heads (Gadajace Glowy)
1981 Blind Chance (Pzypadek)
1981 Short Working Day (Krotki Dzien Pracy)
1984 No End (Bez Konca)
1988 Seven Days A Week (Siedem Dni W Tygodniu)
1988 Δεκάλογος (Dekalog)
1988 Δεκάλογος 5 (Krotki Film O Zabijaniu)
1988 Δεκάλογος 6 (Krotki Film O Milosci)
1992 Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα (La double vie de Veronique)
1993 Τα Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία (Trois Couleurs: Bleu)

1994 Τα Τρία Χρώματα: Η Λευκή Ταινία (Trois Couleurs: Blanc)
1994 Τα Τρία Χρώματα: Η Κόκκινη Ταινία (Trois Couleurs: Rouge)
2002 Παράδεισος
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Κριστόφ Κισλόφσκι στο Internet Movie Database
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CF%8C%CF%86_%CE%9A%CE%B9%CF%83%CE%BB%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη η ταινία ορόσημο στον Ελληνικό κινηματογράφο γυρισμένη στην Κερατέα Αττικής



ΗΛΈΚΤΡΑ η ταινία γυρίστηκε το 1962 στην Κερατέα Αττικής " Δεν είναι μόνο οι ηθοποιοί που παίζουν στην ταινία. Παίζουν και οι στριφτόκλωνες παλιές ελιές, οι βράχοι και το ξερό χώμα. Τότε και τώρα υπήρχαν και θα υπάρχουν ως στοιχεία της γης μας". Μιχάλης Κακογιάννης (1922-2011).

Σαν σήμερα 11/6 γεννήθηκε ο Μιχάλης Κακογιάννης. Με την  την περίφημη ταινία του Ηλέκτρα επιχειρώ ένα μικρό  αφιέρωμα. Και για έναν άλλο σημαντικό για μένα* λόγο που δεν είναι ευρέως γνωστό... Η ταινία γυρίστηκε στην Κερατέα και γι'αυτό έχει ονομαστεί Ηλέκτρα ο Θερινός Δημοτικός κινηματογράφος μας  στην  Κακή Θάλασσα!
Ένα χρόνο πριν το θάνατο του ο Μιχάλης Κακογιάννης είχε προσκληθεί στο θερινό δημοτικό κινηματογράφο της Κερατέας τιμητικά- για τον παραπάνω λόγο αλλά και για τα 10 χρόνια λειτουργίας του σινεμά μας έως τότε το 2010- στην  προβολή της κλασικής και εμβληματικής ταινίας που αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία του Ελληνικού κινηματογράφου. Με αφορμή αυτό το γεγονός ο Δήμος Κερατέας αποφάσισε να δώσει το όνομα της ταινίας στον κινηματογράφο.   Έτσι το θερινό σινεμά της Κερατέας, ονομάζεται ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΑΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΚΕΡΑΤΕΑΣ «ΗΛΕΚΤΡΑ». Δείτε σχετικό δημοσίευμα : http://www.forkeratea.com/2010/07/blog-post_5746.html#.U5hZ1HJ_thc
ΥΓ. το 2010 κρατούσα ως λογίστρια τα βιβλία της δημοτικής επιχείρησης Κερατέας με τον κινηματογράφο της κι όπου θεώρησα τα εισιτήρια του εκείνης της χρονιάς.




Αναδημοσιεύω άρθρο στην Ελευθεροτυπία του συντοπίτη μας συγγραφέα και μαθηματικού Γιώργου Ιατρού με τίτλο :
«Με την »Ηλέκτρα" θέλησα να δώσω το απαύγασμα της Ελληνικότητας.
Δεν είναι μόνο οι ηθοποιοί που παίζουν στην ταινία. Παίζουν και οι στριφτόκλωνες παλιές ελιές, οι βράχοι και το ξερό χώμα. Τότε και τώρα υπήρχαν και θα υπάρχουν ως στοιχεία της γης μας". Μιχάλης Κακογιάννης (1922-2011). [Από το εξαιρετικό αφιέρωμα στο έργο του, της Ιωάννας Κλεφτόγιαννη, "Ελευθεροτυπία" 26/7/2011]

Με αφορμή αυτή τη δήλωση του σπουδαίου εκλιπόντος σκηνοθέτη μας, προσθέτω ότι η "Ηλέκτρα" γυρίστηκε το 1962, στο μεγαλύτερο μέρος της, εδώ στην Αττική γη, στο παρθένο τότε τοπίο της Κερατέας (Μητροπήσι -αρχαίος Δήμος Αμφιτροπής). "Τυχαία βρέθηκα στην περιοχή -είχε πει ο σκηνοθέτης- και το μέρος αυτό ήταν από τα τυχερά που σου πέφτουν από τον ουρανό".

Η "Ηλέκτρα", η καλύτερη ταινία, για πολλούς, του Κακογιάννη, πέρασε στη συλλογική μνήμη της Κερατέας. Τότε τα γυρίσματα τα παρακολουθούσε όλο το χωριό σαν γιορτή, ενώ πολλοί συμπολίτες μας συμμετείχαν ως κομπάρσοι, χρησιμοποιώντας και τα άλογά τους.

Ο Δήμος Κερατέας (σήμερα Δήμος Λαυρεωτικής) το 2010 οργάνωσε τιμητική προβολή της ταινίας με πλήθος κόσμου, έδωσε το όνομα "Ηλέκτρα" στον δημοτικό θερινό κινηματογράφο της Κακιάς Θάλασσας και τα ονόματα του Μιχάλη Κακογιάννη και της Ειρήνης Παπά, πρωταγωνίστριας της ταινίας, σε δρόμους του δήμου μας.

Με την ευκαιρία αυτή, τονίζω ότι ο αγώνας των κατοίκων της Κερατέας (11 Δεκεμβρίου 2010 - 18 Απριλίου 2011) εναντίον των ΜΑΤ και κατά της εγκατάστασης ΧΥΤΑ στον αρχαιολογικό χώρο του Οβριοκάστρου, δεν έγινε μόνο για την αξιοπρέπεια και το δίκαιό μας που αναγνώρισε ήδη η ελληνική Δικαιοσύνη (απόφαση Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών 12-7-2011).

Εγινε και για τις στριφτόκλωνες παλιές ελιές των παππούδων μας, τους βράχους και τον ξερό χώρο, που υπήρχαν και τότε και τώρα ως στοιχεία της γης μας και ποτέ δεν θα αφήσουμε να θαφτούν σε τόνους σκουπιδιών.

Ας το βάλουν καλά στο μυαλό τους οι πολιτικές φατρίες, οι κουμπάροι, οι παρατρεχάμενοί τους και οι, γνωστοί σ' όλους, επιχειρηματικοί κύκλοι που ετοιμάζονται για τον δεύτερο γύρο της Κερατέας».

Γιώργος Π. Ιατρού

Μαθηματικός - Κερατέα


Η "Ηλέκτρα" του σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη

Μιά ταινία που έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου. Δεν είναι τυχαίο πως την χρονιά της προβολής της, 1962, η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών, ενώ ήταν υποψήφια για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.


"Ο σκοπός μου δεν ήταν να ανεβάσω ένα θεατρικό έργο μπροστά στις κάμερες, αλλά να κάνω μια τραγωδία ταινία. Μια ταινία που θα ανταποκρινόταν σε τέτοιο βαθμό στις προθέσεις του Ευριπίδη , ώστε θα μπορούσε να σταθεί από μόνη της δίχως την αναφορά στο έργο. Μ΄ αυτό δεν υπαινίσσομαι έλλειψη σεβασμού, αλλά το πάντρεμα δύο πραγμάτων που απαιτούσαν σεβασμό - το πνεύμα του θεατρικού έργου και τα μέσα έκφρασης του δημιουργού- σε ένα ακέραιο και , στη νέα του μορφή, πρωτότυπο έργο"


Μιχάλης Κακογιαννης (11 Ιουνίου 1921-2011)


Διατηρώντας στη τανία την ουσία του έργου του Ευριπίδη ατόφια, ο Κακογιάννης έκανε πολλές περικοπές του κειμένου, σε αφηγηματικές συμπυκνώσεις και δομικές αναδιατάξεις. Στο σενάριο περιορίστηκαν οι εκτεταμένοι μονόλογοι, οι λυρικές αναδρομές του χορού στο μυθολογικό παρελθόν κ.ά Παρ΄ όλα αυτά, ο λόγος, ως καίριο εκφραστικό μέσο της ταινίας, κατόρθωσε, να διατηρήσει σ΄ ένα μεγάλο βαθμό την ποιητική υφή της τραγωδίας με μια λεπτή ισορροπία μεταξύ λυρικής αφήγησης και σκηνογραφικού ρεαλισμού.






Πηγή Φωτογρ. από Δήμητρα Νίνου 11/6/2014 ·





Η αφίσα της ταινίας κατά την προβολή της στην Γαλλία.

Η Ηλέκτρα είναι μία από τις γνωστότερες παραγωγές της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. Γυρίστηκε το 1962 και βασίστηκε στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Υπήρξε υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας την ίδια χρονιά, ενώ κέρδισε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών.

Συνολικά κέρδισε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία. Οι κριτικές της ταινίας υπήρξαν ενθουσιώδεις και με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στο συγκεκριμένο έργο του Κακογιάννη οι «New York Times», που θεωρούν την «Ηλέκτρα» «εκθαμβωτική εκμετάλλευση του κινηματογραφικού μέσου που μετουσιώνει το χρυσάφι της προφορικής ποίησης σε μια άλλη μορφή τέχνης». Για τη «Le Monde» το συνολικό έργο «ήταν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα, μια ταινία συγκλονιστική, που βγάζει από τον καθένα μας ό,τι καλύτερο έχει μέσα του». Η μουσική επένδυση της ταινίας έγινε από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια ήταν δουλειά του Σπύρου Βασιλείου

Ταυτότητα ταινίας

Έτος παραγωγής: 1962

Είδος: δράμα

Διάρκεια: 107 λεπτά

Χρώμα: ασπρόμαυρο

Σκηνοθεσία: Μιχάλης Κακογιάννης

Σενάριο: Μιχάλης Κακογιάννης

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης

Παραγωγή: Φίνος Φίλμ, Μιχάλης Κακογιάννης','United Artists(USA)

Φωτογραφία: Walter Lassally

Ηθοποιοί: Ειρήνη Παππά (Ηλέκτρα), Γιάννης Φέρτης (Ορέστης), Αλέκα Κατσέλη (Κλυταιμνήστρα), Μάνος Κατράκης, Νότης Περγιάλης (χωρικός-σύζυγος της Ηλέκτρας), Τάκης Εμμανουήλ, Θεανώ Ιωαννίδου (κορυφαία του χορού), Θεόδωρος Δημήτριεφ (Αγαμέμνων) ως Theodore Demetriou, Φοίβος Ραζής (Αίγισθος)

Η κινηματογραφική απόδοση

Για την κινηματογραφική απόδοση της «Ηλέκτρας» από το Μιχάλη Κακογιάννη ο Αντώνης Μοσχοβάκης έγραψε: «Η Ηλέκτρα αυτή θα πάρει θέση στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου ως υπόδειγμα μεταφοράς μιας αρχαίας τραγωδίας στην οθόνη, με πιστότητα στο πνεύμα και στη γραμμή του αρχαίου ποιητή, αλλά και χωρίς συμβιβασμό του κινηματογράφου»[1]. Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφέρουμε πως τη χωροχρονική στιγμή που προκύπτει η συγκεκριμένη ταινία, ο ελληνικός κινηματογράφος δε βρίσκεται στην καλύτερη φάση του. Οι ταινίες που προβάλλονται αποτελούν ανόητα συναισθηματικά ή «κοινωνικά» μελό και παράγονται σε πρόχειρα studio με υποτυπώδη εξοπλισμό[2]. Ο Κακογιάννης είναι από τους πρώτους καλλιτέχνες που μετέφεραν την αρχαία τραγωδία στο χώρο της έβδομης τέχνης.

Ο σκηνοθέτης Κακογιάννης και οι καλλιτεχνικές του παρεμβάσεις

Αν και ο Μιχάλης Κακογιάννης ήρθε στην Ελλάδα από την Κύπρο, αυτό δεν επηρέασε ουσιαστικά τις δημιουργίες του, ώστε να μπορεί κανείς να του προσάψει μειωμένη ελληνικότητα[3]. Προερχόταν από μια πολύπαθη περιοχή και είχε ανάλογα βιώματα από τραγικές εμπειρίες και κατοχή. Εκείνο που δεν είχε βιώσει απόλυτα, ήταν οι αγωνίες και τα πρόσφατα προβλήματα της ελληνικής πραγματικότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πρώτη φάση, προσέγγισε τα δρώμενα μέσω της αστικής ηθογραφίας που ήταν παρούσα, έτσι και αλλιώς, από την τέχνη του θεάτρου αλλά και τη λογοτεχνίας του μεσοπολέμου. Στην πορεία της προσπάθειάς του και μετά από διάφορους καλλιτεχνικούς πειραματισμούς, προσανατολίστηκε στον Ευριπίδη και αποφάσισε να δημιουργήσει ταινίες με θέματα τις τραγωδίες του αρχαίου τραγικού, για τον οποίο δηλώνει ότι λάτρεψε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο σκηνοθέτης αυτοαποκαλείται «ευριπιδικός».

Ως σκηνοθέτης, κατά τους ειδικούς, διακρινόταν από μια τάση για εκσυγχρονισμό και εκλαΐκευση των θεμάτων του, όπως επίσης και για τη χρήση τραγικών στοιχείων. Στην Ηλέκτρα, του Ευριπίδη, η τάση του αυτή συνεργάστηκε πολύ καλά με τις δυνατότητες του κειμένου. Σε ό,τι δεν προσφερόταν από το κείμενο ο Κακογιάννης με δεξιοτεχνικό τρόπο το διαμόρφωνε και το έφερνε στα μέτρα του, εφόσον, μάλιστα το μετέφρασε από την αρχή. Το όλο επιχείρημα, ολοκληρώθηκε «με τη μεταφορά της δράσης στην ανοιχτή φύση»[4], στην αγροτική και απλοϊκή επαρχία, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο τον πρώτο λόγο στον κινηματογραφικό φακό. Ο κινηματογραφικός φακός αποτέλεσε και τον οδηγό της ταινίας για τα μάτια του θεατή, απαλλαγμένος από τα σκηνικά που απαιτούνταν για μια θεατρική παράσταση. Έτοιμο σκηνικό αποτέλεσαν τα ερείπια του παλατιού, οι αγροτικές κατοικίες οι καλλιεργημένοι αγροί, αποσπάσματα από τη φύση. Επίσης, οι καιρικές συνθήκες που ο φακός μπορεί να συλλαμβάνει και να αναδεικνύει. Η μέρα, η νύκτα, τα σύννεφα, ο αέρας, πέρα από τις εναλλαγές που δημιουργούσαν στο τοπίο-σκηνικό, μπορούσαν να τονίζουν κατά περίπτωση και τα συναισθήματα των ηθοποιών.

Η «Ηλέκτρα» ως κινηματογραφικό θέμα

Ο Κακογιάννης διαλέγοντας την ευριπίδεια Ηλέκτρα και όχι τη γνωστότερη, ομότιτλή της του Σοφοκλή, εξασφάλισε την πιο λιτή όσο και πιο κοντά στα ανθρώπινα από τις αρχαίες τραγωδίες. Μακριά από τα μεγαλοπρεπή σκηνικά των μυκηναϊκών ανακτόρων (όπως συμβαίνει στον Σοφοκλή), αποτραβηγμένη σε ένα αγροτικό περιβάλλον, παντρεμένη με έναν χωρικό, η Ηλέκτρα του Ευριπίδη είναι πιο ανθρώπινη, λιγότερο μοιραία και ως χαρακτήρας πιο πολύπλευρη από αυτήν του Σοφοκλή. Στον Σοφοκλή είναι απόλυτα ταγμένη στις θεϊκές προσταγές, στη μοίρα και υφίσταται μόνο και μόνο για να συνεργήσει στο έγκλημα της μητροκτονίας. Απαλλαγμένη η ταινία από εμμονές σε μια αρχαιότροπη αναπαράσταση, εκτυλίσσεται σε λιτούς και οικείους χώρους αγροτικών τοπίων και, το κυριότερο, διατηρώντας αναλλοίωτο το πνεύμα του έργου, καταργεί το ζήτημα του χρόνου, κάνοντας την Ηλέκτρα μια διαχρονική -ακόμα και σύγχρονη- τραγωδία. Ο ίδιος άλλωστε ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δε δοκίμασα να αναδημιουργήσω την Ηλέκτρα μέσα στο χρόνο, αλλά να τη γυμνώσω από το χρόνο. Δεν αναζήτησα δεσμούς ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη Ελλάδα με βάση την ομοιότητα, αλλά την ουσιώδη ταυτότητα - περισσότερο τη συνέχεια της ζωής παρά την απλή επιβίωση. Με αυτή την έννοια, η ταινία οφείλει σχεδόν τα πάντα σ’ αυτό το κομμάτι της σημερινής Ελλάδας που μοιάζει διαχρονικό»[5]. Τα λιτά κοστούμια και σκηνικά συμβάλλουν σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς λειτουργούν αφαιρετικά σε τέτοιο βαθμό, που είναι δύσκολη η οποιαδήποτε αναγωγή σε συγκεκριμένη εποχή. Η Ηλέκτρα (την οποίαν υποδύεται η Ειρήνη Παππά) θα εκδικηθεί το φόνο του πατέρα και δε θα μετανιώσει για το έγκλημά της, ενώ η Κλυταιμνήστρα (Αλέκα Κατσέλη), επιφανειακά ασφαλής πίσω από την εξουσία της, στο βάθος είναι τρομοκρατημένη από την πιθανότητα της εκδίκησης. Παρατηρούμε πρόσωπα που παύουν να είναι μοιρολατρικοί εκτελεστές θεϊκών εντολών και άκαμπτα στις επιταγές του πεπρωμένου. Αντίθετα, σε όλη τη διάρκεια του έργου διακρίνουμε θεληματικά άτομα που πράττουν, αμφιβάλλουν και -προπαντός- ενεργούν αυτόβουλα.

Η εξέλιξη της πλοκής στην ταινία

Όσον αφορά στην ίδια την ταινία, η υπόθεση ξεκινά με τον Αγαμέμνονα (Θεόδωρο Δημήτριεφ) να επιστρέφει νικητής από τον Τρωικό Πόλεμο, για να σφαχτεί στο λουτρό του από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε, παρατηρώντας με προσοχή, πως ο σκηνοθέτης αποφεύγει την ανάδειξη των βίαιων σκηνών, καθώς δε φαίνεται σε καμιά περίπτωση η δολοφονία ως πράξη στα μάτια του θεατή, ούτε στην περίπτωση του Αγαμέμνονα, ούτε –αργότερα– στην περίπτωση της δολοφονίας του Αίγισθου από τον Ορέστη. Χρόνια αργότερα, το βασιλικό ζεύγος παντρεύει επίτηδες με έναν χωρικό την ενήλικη πλέον Ηλέκτρα, για να της στερήσει τη δυνατότητα της εκδίκησης. Εκείνη αναρωτιέται τι απέγινε ο αδελφός της Ορέστης, τον οποίο έχει επικηρύξει ο Αίγισθος. Ο Ορέστης εμφανίζεται ανεπίσημα στο βασίλειο μαζί με το φίλο του, Πυλάδη (Τάκη Εμμανουήλ), και συναντά την Ηλέκτρα, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του. Επίσης κατά την προβολή της ταινίας παρατηρούμε, σε αυτό το σημείο όπως και σε άλλα, πως οι διάλογοι είναι μικροί, μεταξύ των πρωταγωνιστών, καθώς σε πολλές περιπτώσεις η εστίαση του κινηματογραφικού φακού βοηθά να καταλάβουμε την εξέλιξη της υπόθεσης χωρίς λόγια. Είναι σημαντική για αυτό το αποτέλεσμα και η επιλογή των ηθοποιών (το κασέ), κάτι που ο ίδιος ο Κακογιάννης επεξεργαζόταν με προσοχή, όπως ανέφερε και ο ίδιος σε συνέντευξη του. Τα μεγάλα μάτια της Ειρήνης Παππά, τα έντονα φρύδια της δεν τα κάλυπτε. Απεναντίας τα τόνιζε και τα χρησιμοποιούσε ως βασικό χαρακτηριστικό των προσώπων για την ανάδειξη του ρόλου. Το καλοκάγαθο –εκ του φυσικού– ύφος του Νότη Περιγιάλη (συζύγου της Ηλέκτρας στην ταινία), αλλά και η ιδιαίτερη μορφή του Μάνου Κατράκη ως βοσκού, προσθέτουν ακόμη περισσότερο στον έντονο χαρακτήρα των ρόλων που υποδύονται οι ηθοποιοί. Στην περίπτωση του αγρότη-συζύγου δε, ο ίδιος ο σκηνοθέτης αναφέρει: «Βάζοντας στο στόμα τους μερικούς στίχους απ’ τον εισαγωγικό μονόλογο του αγρότη-συζύγου, προσπάθησα να ξεπεράσω τη σύμβαση του σκηνικού στησίματος και να δώσω επίσης την αίσθηση της καταπίεσης που έπνιγε τη χώρα, ταυτίζοντας τον σύζυγο με μια ολόκληρη τάξη ανθρώπων»[6].


Κατά την εξέλιξη της τραγωδίας, καθώς η Ηλέκτρα προσκαλεί στο σπιτικό της τον Ορέστη (Γιάννη Φέρτη), αναγνωρίζεται από το γέρο-παιδαγωγό τους (Μάνο Κατράκη). Και εδώ οι σκηνές είναι πλούσιες σε φωτογραφία και κινηματογραφικές λήψεις, που σκοπό έχουν τη μεγέθυνση του δράματος που βιώνουν οι πρωταγωνιστές. Από εκεί και μετά τα αδέλφια σχεδιάζουν την εκδίκηση τους, την οποία θα εκτελέσουν, με τον Ορέστη και τον Πυλάδη να παριστάνουν τους Θεσσαλούς προσκυνητές στη γιορτή του κρασιού, βρίσκοντας την ευκαιρία να πλησιάσουν και να σκοτώσουν τον Αίγισθο (Φοίβο Ραζή). Η κίνηση των προσώπων και των ματιών με το φυσικό τοπίο ως φόντο, προκαλεί ιδιαίτερα συναισθήματα στον θεατή, όπως επίσης όταν ο χορός παρεμβαίνει με την παρουσία και το λόγο του. Αν και η δράση του είναι μειωμένη σε αναλογία με αυτή του θεάτρου, ωστόσο ο Κακογιάννης τον τοποθετεί σε στιγμές πολύ χαρακτηριστικές για την εξέλιξη της υπόθεσης. Ένα πρωτοποριακό στοιχείο που εφαρμόζει στην ταινία, είναι η παρουσία ενός χορού Ποντίων. Αν και χρονικά δε συμφωνεί με την τραγωδία, ωστόσο συμβάλλει ψυχολογικά στη δραματική εξέλιξη που πρόκειται να ακολουθήσει με το θάνατο του Αίγισθου. Στην πορεία του δράματος η Ηλέκτρα προσκαλεί την Κλυταιμνήστρα στο σπίτι της, λέγοντας ψέματα ότι γέννησε γιο (καθώς πιο πριν η ίδια έχει αναφέρει στον Ορέστη ότι ο άνδρας της δεν την έχει καν αγγίξει). Όλο το σκηνικό προετοιμάζεται ξανά από το χορό, την κίνηση και το λόγο του και από τα στοιχεία της φύσης, από όλο το οπτικοακουστικό δυναμικό του κινηματογραφικού δυναμικού, για ένα ακόμη τραγικό γεγονός. Ο Ορέστης διστάζει, αλλά κάτω από την προτροπή της Ηλέκτρας τα δύο αδέλφια σκοτώνουν τη μητέρα τους. Και σε αυτή την περίπτωση δεν βλέπουμε κάποια αιματηρή σκηνή, αλλά ο τρόπος της εκτέλεσης μας μεταφέρεται δια στόματος του Ορέστη, καθώς και με την βοήθεια του κινηματογραφικού φακού, που εστιάζει στα χαρακτηριστικά και τις εκφράσεις των παρευρισκόμενων πρωταγωνιστών. Τα δάκρυα γίνονται πιο έντονα μέσω του φακού, η τραγικότητα των προσώπων, η απόγνωσή τους για τις πράξεις τους ως μητροκτόνοι.


Στην τελευταία σκηνή κάτω από έναν ανταριασμένο, γεμάτο σύννεφα ουρανό, ο καθένας παίρνει το δρόμο του, ενώ ο Πυλάδης ακολουθεί την Ηλέκτρα κατά τη βούληση του φίλου του Ορέστη. «Δεν υπάρχει κι ούτε θα φανεί ποτέ, γενιά τόσο βαριόμοιρη, δυστυχισμένη». Αυτά είναι τα λόγια που αναφωνεί η κορυφαία του χορού, κλείνοντας με χαρακτηριστικό τρόπο τη σκηνή της αποχώρησης. Σε αντίθεση με το θεατρικό έργο, εδώ δεν υφίσταται ο από μηχανής θεός ως τελική παρέμβαση. Τις τεχνικές αυτές εφάρμοσε συνειδητά ο Κακογιάννης και ανέφερε για αυτό, αλλά και για τη συμπεριφορά του χορού μέσα στην ταινία: «Έκοψα ορισμένες λυρικές αναδρομές στη μυθολογία που κάνει ο Χορός (έχει κανείς την αίσθηση πως ο Ευριπίδης, επιμένοντας στη σύγκρουση των χαρακτήρων, δεν πολυχρησιμοποιεί δραματουργικά το Χορό), καθώς και την τελική παρέμβαση του από μηχανής θεού».

Η πρωτοτυπία του σκηνοθέτη

Στο βιβλίο του Notes sur le cinématographe (1975), ο Robert Bresson αναφέρεται στις «τρομερές θεατρικές συνήθειες» και τον τρόπο που παρεμβαίνουν στο κινηματογραφικό έργο, όταν γίνεται μεταφορά της θεατρικής σκηνής στο πανί[7]. Ωστόσο, τούτη η σημείωσή του δεν είναι απόλυτη απάρνηση των σχέσεων μεταξύ του κινηματογράφου και του θεάτρου. Είναι μια υπενθύμιση για το πώς προδίδεται ο κινηματογράφος όταν υποκύπτει ο σκηνοθέτης στην απλή αναπαραγωγή του θεάτρου στην κινηματογραφική σκηνή. Όταν ο κινηματογράφος και το θέατρο συγχωνεύονται δημιουργικά, τούτο δεν υφίσταται, γιατί η επιδεξιότητα και η ευαισθησία του σκηνοθέτη δημιουργεί κάτι πρωτότυπο μέσω του κινηματογραφικού φακού. Ο κινηματογράφος υπάρχει εξαιτίας αυτού που δημιουργεί με τρόπο αυθεντικό και όχι γιατί προσαρμόζει προϋπάρχοντα πρότυπα.


Η επιδεξιότητα του Κακογιάννη επιδεικνύεται στην επιλογή του να φιλμάρει το έργο του σε άσπρο μαύρο, τονίζοντας ιδιαίτερα το την αίσθηση του μύθου, κάτι που αναγνωρίσαμε στις τεχνικές της σέπιας του ρωσικού κινηματογράφου. Ένα ακόμα στοιχείο του είναι τα μακρά διαστήματα σιωπής και ένας ''αντιθεατρικός'' αλλά αποτελεσματικός χορός ντυμένος ομοιόμορφα στα μαύρα.




Παρόλο που η ταινία είναι κοντά στο θεατρικό δράμα, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει κάνει τις δικές του παρεμβάσεις στις σκηνές που αφορούν στην άφιξη του Αγαμέμνονα και τη διάσωση του νεαρού Ορέστη. Επίσης, ο θάνατος του Αίγισθου πραγματώνεται σε μια γιορτή του Βάκχου, παρά ως υπηρεσία προς τιμήν των Νυμφών.

Συμπεράσματα


Η μεταφορά του αρχαίου δράματος από τον Κακογιάννη στον κινηματογράφο ήταν μια χαρακτηριστική καλλιτεχνική παρέμβαση στον κόσμο της έβδομης τέχνης τουλάχιστον όσον αφορά στην μετέπειτα εξέλιξη του ελληνικού κινηματογράφου. Σαφώς η εισαγωγή νέων τρόπων ανάδειξης τέτοιων έργων με άλλα μέσα, εκτός θεατρικού χώρου, αποτέλεσαν πρωτοπορία που άλλοτε έγινε αποδεκτή και άλλοτε όχι. Ωστόσο και μέσα στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο αργότερα, αντιλαμβανόμαστε από το ενδιαφέρον που έδειξαν τα μέσα ενημέρωσης αλλά και όλοι οι καλλιτεχνικοί φορείς, ότι αποτέλεσαν ποιοτικές παραγωγές υψηλού επιπέδου. Με τη δημιουργική προσπάθεια του Μιχάλη Κακογιάννη, ο ελληνικός κινηματογράφος άλλαξε σελίδα και το σημαντικότερο, απόκτησε ποιότητα σε μια εποχή αμφίβολη για την παραγωγή πνευματικών αγαθών τέτοιου είδους. Οι δημιουργίες του αποτελούν σημαντική παρακαταθήκη και σημείο έμπνευσης για τους νεότερους σκηνοθέτες και δημιουργούς ανάλογων έργων. Μπορούμε να τονίσουμε, κλείνοντας αυτή την εργασία, την αξία ταινιών όπως η Ηλέκτρα, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη τα λιγοστά τεχνικά μέσα που διέθεταν οι τεχνικοί του κινηματογράφου στην συγκεκριμένη εποχή.

Βραβεία - διακρίσεις

3 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1962 (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' γυναικείου ρόλου.

Βραβεία Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α` γυναικείου ρόλου, β` γυναικείου ρόλου, β` ανδρικού ρόλου και μουσικής).

2 βραβεία στο Φεστιβάλ των Καννών 1962 (κινηματογραφικής μεταφοράς και ηχητικής επένδυσης).

Αργυρή Δάφνη στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου 1963.

Ειδικό Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ακαπούλκο 1962.

Δίπλωμα Αξίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Εδιμβούργου 1962.

Βραβείο Femina στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βελγίου 1963.

Υποψήφια για όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας 1963.

Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ της Διεθνούς Ένωσης Νέων Γαλλίας.

2 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αμβέρσας 1964 (κριτικής επιτροπής και κινηματογραφικού τύπου).

Βραβείο καλύτερης ταινίας από τους αντιπροσώπους διεθνούς τύπου στο Φεστιβάλ Βαλκανικού Κινηματογράφου 1964.

Παραπομπές σημειώσεις

1. Σολδάτος Γιάννης, 1999, 293.

2. Μοσχοβάκης, 1997, 17.

3.Μοσχοβάκης 1997, 21.

4. Μοσχοβάκης 1997, 31.

5 Μιχάλης Κακογιάννης «The Observer», Μάρτιος 1963.

6 Από το αυτοαναφορικό κείμενο κείμενο που γράφτηκε το 1979, στα αγγλικά. Η μετάφραση του Μίλτωνα Παπαδάκη πρωτοδημοσιεύτηκε από τον οίκο Καστανιώτη στην έκδοση «Δηλαδή...» του Μιχάλη Κακογιάννη.) Βλ. http://www.cinemad.gr/content/view/735/18/, ανακτήθηκε 10 Μαρτίου, 2008.

7 Robert Bresson 1975, 76.

Βιβλιογραφία

Bresson Robert 1975, Notes sur le cinématographe (Broché), Gallimard, Paris.

Κακογιάννης Μιχάλης 1963, «The Observer», Μάρτιος.

Μοσχοβάκης, Αντώνης 1997, Μιχάλης Κακογιάννης: από την Ηθογραφία στην Τραγωδία, Καστανιώτης, Αθήνα.

Σολδάτος Γιάννης, 1999, Ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου 1900-1967, τομ Α΄Αιγόκερως, Αθήνα.

Ελίζα-Αννα Δελβερούδη, "Μια τραγωδία και μια ταινία. Η Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη", Νίκος Καραναστάσης (επιμ.), Κύκλος Ηλέκτρα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών 2007, σ. 25-33.


Μιχάλης Κακογιάννης


Ο Μιχάλης Κακογιάννης (11 Ιουνίου 1921 - 25 Ιουλίου 2011) ήταν Έλληνας Κύπριος ηθοποιός και σκηνοθέτης της αγγλική σκηνής την περίοδο 1941 με 1951, ενώ ήταν διευθυντής της Κυπριακής Ώρας στο BBC την ίδια περίοδο και ως ηθοποιός στο αγγλικό θέατρο από το 1945 έως το 1951. Από το 1951, που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου αφιερώθηκε στη σκηνοθεσία θεατρικών παραστάσεων και από το 1952, στον ελληνικό κινηματογράφο. Τιμήθηκε με πολλά βραβεία σκηνοθεσίας. Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος της Πλάκας. Απεβίωσε στις 25 Ιουλίου 2011, μετά από δέκα μέρες νοσηλείας[1].

Ο Μιχάλης Κακογιάννης, γιος της Αγγελικής και του Παναγιώτη Κακογιάννη, γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου, στις 11 Ιουνίου του 1921, και σπούδασε Νομική, Δραματικές Τέχνες και σκηνοθεσία στο Λονδίνο. Σχεδόν ολόκληρο το διάστημα που βρισκόταν στο Λονδίνο, εργάστηκε στην ελληνική υπηρεσία του BBC, στην αρχή ως μεταφραστής και εκφωνητής, και αργότερα, σε ηλικία μόλις 22 χρόνων, ανέλαβε τη διεύθυνση της Κυπριακής Ώρας.


Το 1947, ξεκίνησε την καριέρα του στο Θέατρο της Αγγλίας ως ηθοποιός, γρήγορα όμως τον κέρδισε η σκηνοθεσία και το 1951 ήρθε στην Ελλάδα. Το 1954, με την κινηματογραφική ταινία «Κυριακάτικο ξύπνημα», ο Μιχάλης Κακογιάννης έκανε την αρχή της διεθνούς σκηνοθετικής του καριέρας. Η «Στέλλα», το «Κορίτσι με τα μαύρα», το «Τελευταίο ψέμα» η τριλογία του: «Ηλέκτρα», «Τρωάδες» και «Ιφιγένεια» και ο "Αλέξης Ζορμπάς" είναι μερικές μόνο από τις ταινίες του που διαγωνίστηκαν και προβλήθηκαν στα εγκυρότερα φεστιβάλ παγκοσμίως και απέσπασαν πολλά βραβεία και τιμητικές διακρίσεις. Στις ταινίες του συνεργάστηκε με μεγάλους Έλληνες ηθοποιούς, αλλά και με γνωστούς και καταξιωμένους ηθοποιούς της Αμερικής και της Ευρώπης.

Πέρα από τη σκηνοθεσία στον κινηματογράφο, σε εγχώριες αλλά και διεθνείς συμπαραγωγές, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει επίσης σκηνοθετήσει πολλές θεατρικές παραστάσεις και παραστάσεις όπερας στην Ελλάδα, τις Η.Π.Α., τη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Έχει, επίσης, γράψει και έχουν εκδοθεί σενάρια και μεταφράσεις κινηματογραφικών και θεατρικών έργων, ενώ έχει γράψει και στίχους γνωστών ελληνικών τραγουδιών.

Αξιοσημείωτο είναι το ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους που γύρισε στη μαρτυρική Κύπρο σχετικά με τη βίαιη τουρκική εισβολή "Αττίλας '74". Με θάρρος και υπομονή, κατόρθωσε να αποτυπώσει όλα σχεδόν τα γεγονότα που οδήγησαν στην τραγωδία της Κύπρου. Με συνεντεύξεις από ανθρώπους όπως τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, το Νίκο Σαμψών και άλλους ηγετικούς και μη παράγοντες, όπως και από πλήθος αστέγων και βασανισμένων, εξιστόρησε σχεδόν από την αρχή τα πάθη του Ελληνοκυπριακού λαού, όπως και την τροπή που πήρε η τουρκική εισβολή μετά την επιβολή του πραξικοπήματος στο νησί και την εκδίωξη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τα ηνία της Κυπριακής κυβέρνησης. Το ντοκιμαντέρ "Αττίλας '74" βραβεύθηκε στη Φλωρεντία ως το καλύτερο Ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους για το έτος 1974.

Έργο του Μιχάλη Κακογιάννη είναι και ο νυχτερινός φωτισμός των μνημείων της Ακροπόλεως, τον οποίο εκείνος πρώτος οραματίσθηκε και για την επίτευξη του οποίου ίδρυσε το σύλλογο «Οι Φίλοι της Αθήνας», εξασφαλίζοντας τις υπηρεσίες του διάσημου Γάλλου φωτιστή Pierre Bideau και αναλαμβάνοντας τη χρηματοδότηση όλων των απαραίτητων μελετών.


Το 2004, ο Μιχάλης Κακογιάννης συνέστησε το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης» με σκοπό τη μελέτη, υποστήριξη και διάδοση των τεχνών του θεάτρου και του κινηματογράφου, καθώς και την καταγραφή και διαφύλαξη των δημιουργημάτων των τεχνών αυτών, ενώ το φθινόπωρο του 2009 ξεκίνησε η λειτουργία του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος που βρίσκεται στην οδό Πειραιώς 206, στον Ταύρο.

Για την προσφορά και το έργο του, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό. Έχει τιμηθεί με τον Ταξιάρχη του Χρυσού Φοίνικα (Ελλάδα), τον Ταξιάρχη των Γραμμάτων και Τεχνών (Γαλλία), τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Μακαρίου του Γ’ (Κύπρος) και το Special Grand Prix of the Americas (Μόντρεαλ). Έχει βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στο έθνος, από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το συνολικό έργο του, για έργο ζωής στα Ιεροσόλυμα, για έργο ζωής από το American Hellenic Institute στην Ουάσιγκτον και στο Κάιρο. Έχει ανακηρυχθεί Επίτιμος Δημότης στη Λεμεσό, στο Montpellier (Γαλλία) και στο Ντάλας (Τέξας, Η.Π.Α.) και έχει αναγορευθεί Διδάκτωρ Τεχνών στο Columbia College (Σικάγο, Η.Π.Α.), Επίτιμος Διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου καθώς και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. [2]
Σκηνοθετικό έργο


Αναγνωρισμένος και βραβευμένος διεθνώς, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει να επιδείξει ένα μοναδικό έργο στον Κινηματογράφο, το Θέατρο και την Όπερα. Από το 1950 έως το 2005 σκηνοθέτησε 15 ταινίες, 36 θεατρικά έργα και 7 όπερες στην Ελλάδα, τις Η.Π.Α. και την Ευρώπη.


"Eγώ κρατάω τα μάτια μου ανοιχτά κι εμπνέομαι είτε από έργα κλασικά που είναι σύντροφοι της ζωής μου ή από γεγονότα ζωντανά της επικαιρότητας. Δεν υπάρχει μία ενιαία γραφή [στο έργο μου], διότι εγώ προσπαθώ να μη σερβίρω τα έντερά μου στον κόσμο. Υπάρχουν σκηνοθέτες που έχουν μια μυωπική αντίληψη του κόσμου κι αυτήν σερβίρουν κατ' επανάληψη. Κάθε φορά που κάνω ταινία έχω ερέθισμα. Δεν κάνω ταινίες για να τις προσθέσω στο βιογραφικό μου. Αυτό νομίζω ότι βγαίνει σαφώς από την αρχή της καριέρας μου. Και με τη Στέλλα βγαίνει ο φεμινισμός και το Κορίτσι με τα μαύρα δείχνει την καταπίεση στην επαρχία, οι τραγωδίες πάλι είναι πάντα σύγχρονες. Όλες οι ταινίες που σκηνοθέτησα είχαν και έχουν αντίκρισμα στην πραγματικότητα. Και βέβαια, επειδή σέβομαι τρομερά τους μεγάλους συγγραφείς, είναι τιμή μου να συνεργάζομαι μαζί τους. Και με τον Ευριπίδη συνεργάσθηκα και συχνά συνεργάζομαι με τον Σαίξπηρ, γιατί ανεβάζω έργα του στο θέατρο", Μιχάλης Κακογιάννης[3]
Κινηματογράφος


Έτος/Τίτλος

Συμμετοχές σε φεστιβάλ και βραβεύσεις


1954

Κυριακάτικο ξύπνημα

Βραβείο Diploma of Merit στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου


1955

Στέλλα

Παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ των Καννών το 1955,

Βραβείο χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας από την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο Hollywood το 1955.


1956

Το κορίτσι με τα μαύρα

Παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 1956. Βραβείο χρυσής σφαίρας καλύτερης ξένης ταινίας από την επιτροπή ανταποκριτών ξένου τύπου στο Hollywood. Ασημένιο βραβείο στο φεστιβάλ της Μόσχας το 1958.


1958

Το τελευταίο ψέμα

Παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ των Κανών το 1958, στο φεστιβάλ της Μελβούρνης το 1959 και στο φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο το 1959. Βραβείο κριτικών Αγγλίας το 1959.


1960

Eroica

Συμμετείχε στα φεστιβάλ Βερολίνου και Λονδίνου το 1960, το 1961 κέρδισε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.


1961

Χαμένο Κορμί

Επιλογή στο φεστιβάλ Καννών


1962

Ηλέκτρα

Συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών το 1962: Βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής προσαρμογής, ήχου, Βραβείο διεθνούς ενώσεως νέων. Θεσσαλονίκη 1962: βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' γυναικείου ρόλου. Ένωση Ελλήνων Κριτικών: βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, α' & β γυναικείου ρόλου, α' ανδρικού, καλύτερης μουσικής. Βραβεία στα φεστιβάλ του Εδιμβούργου (1962), του Ακαπούλκο (1962), του Βερολίνου (1963). Υποψηφιότητα για Oscarκαλύτερης ξένης ταινίας (1962) και εκτός από την υποψηφιότητα για Οscar πήρε συνολικά 25 διεθνείς διακρίσεις.


1964

Αλέξης Ζορμπάς

7 υποψηφότητες για Oscar (τανίας, σκηνοθεσίας, διασκευασμένου σεναρίου, φωτογραφίας, σκηνογραφίας, α΄ανδρικού ρόλου και β΄γυναικείου ρόλου. 5 υποψηφιότητες για Χρυσή Σφαίρα και Βραβείο Διεθνούς Κριτικής


1967

Όταν τα ψάρια βγήκαν στη στεριά

Βραβείο Διεθνούς Οργανισμού Ειρήνης


1971

Τρωάδες

Βραβείο Διεθνούς Οργανισμού Ειρήνης


1974

Αττίλας '74

Βραβείο Καλυτερου Ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, Φλωρεντία


1976

Ιφιγένεια

Υποψηφιότητα για Oscar καλύτερης ξενόγλωσσης παραγωγής. 3 βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης


1986

Γλυκειά πατρίδα


1992

Πάνω, κάτω και πλαγίως


1999

Ο βυσσινόκηπος

Κρατικά βραβεία ΥΠΠΟ 1999 Βραβείο Καλύτερης Φωτογραφίας Καλύτερων Σκηνικών Καλύτερων Κοστουμιών

Θέατρο


Έτος/Τίτλος


1954

Μια Γυναίκα Χωρίς σημασία


1954

Γαλάζιο Φεγγάρι


1956

Ο Αριστοκρατικός Δρόμος


1956

Βροχοποιός


1957

Gigi


1959

Η Κυρία με τις Καμέλιες


1962

Όμορφη Πόλη


1963 (13-14 Ιουλίου)

Τρωάδες


1963-1965

Τρωάδες


1964

Ξυπόλητη στο Πάρκο


1965

Ξωτικά μέσα στη Νύχτα


1965-1966

Τρωάδες


1966

Δαίμονες


1968

Ιφιγένεια εν Αυλίδι


1968-1970

Ρωμαίος και Ιουλιέτα


1972

Λυσιστράτη


1973

Οιδίπους Τύραννος


1975

Δεσποινίς Μαργαρίτα


1977

Βάκχες


1981

Σουίτα για Δύο


1982

Οι Τρεις Αδερφές


1983-1985

Ζορμπάς


1983

Ηλέκτρα


1989

Να Ντύσουμε τους Γυμνούς


1990

Ναν


1994 (21-22 Ιουλίου)

Ες Γην Εναλίαν ...Κύπρος 20 Χρόνια Μετά


1995-1997

Τρωάδες


1997-1998

Master Class


2001-2002

Μήδεια


2002

Όλα απ'την αρχή


2003-2004

Άμλετ


2005

Λυσιστράτη


2005

Κοριολανός

Όπερα[


Έτος

Τίτλος


1967

Το Πένθος Ταιριάζει στην Ηλέκτρα


1972

Μποέμ


1982

Τραβιάτα


1987

Ιφιγένεια Εν Αυλίδι και Ιφιγένεια έν Ταύροις


1988, 1989, 1992

Η Μεγαλοψυχία του Τίτο


1994

Η Μεγαλοψυχία του Τίτο


1995

Μήδεια

Συγγραφικό Έργο


Εκτός από το σκηνοθετικό του έργο, ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει γράψει πολλά σενάρια και έχει μεταφράσει στα ελληνικά και αγγλικά γνωστά θεατρικά έργα.


Στις ταινίες που σκηνοθέτησε έχει γράψει ο ίδιος και το σενάριο, εκτός από το σενάριο της «Ερόικα», στη συγγραφή του οποίου συμμετείχε η Τζέιν Κόμπ, και το σενάριο για το «Χαμένο Κορμί» που το έγραψε μαζί με τον Φρέντερικ Ουέικμαν. Έχει γράψει και άλλα σενάρια για ταινίες οι οποίες δεν γυρίστηκαν ποτέ, καθώς και σενάρια θεατρικών έργων που δεν ανέβασε, ενώ έχει εκδώσει τα σενάρια: «Στέλλα» (1990) και «Τρωάδες» (1973).


Ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει επίσης μεταφράσει στα ελληνικά και έχει εκδώσει τα έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: «Άμλετ» (1965), «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» (1980), «Κοριολανός» (1990) και «Οθέλλος» (2001), όπως και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη (1995), ενώ έχει μεταφράσει στα αγγλικά και τις «Βάκχες» του Ευριπίδη (1982). Έχει εκδώσει επίσης το αφήγημα «Δηλαδή» (1990).


Ο Μιχάλης Κακογιάννης έχει γράψει, μεταξύ άλλων, τους στίχους από δύο πολύ γνωστά ελληνικά τραγούδια: το «Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι» (συνθέτης:Μάνος Χατζιδάκις, τραγούδι: Μελίνα Μερκούρη) και το «Εφτά τραγούδια θα σου πω» (συνθέτης: Μάνος Χατζιδάκις, τραγούδι: Μελίνα Μερκούρη) που ακούστηκαν για πρώτη φορά το 1955 στην ταινία του «Στέλλα». [4]




Πηγή

"Who's Who 1979" σ.229.

Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου

Βιβλιογραφία

Ελίζα-Αννα Δελβερούδη, "Μια τραγωδία και μια ταινία. Η Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη", Νίκος Καραναστάσης (επιμ.), Κύκλος Ηλέκτρα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών 2007, σ. 25-33.

Παραπομπές



1 «Έφυγε» σε ηλικία 90 ετών ο Μιχάλης Κακογιάννης, in.gr

2 «Βιογραφικό».

3 «Σκηνοθετικό Έργο».

4 «Συγγραφικό Έργο».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι
«Μιχάλης Κακογιάννης, διεθνής και Έλληνας», άρθρο στον ιστότοπο της εφημερίδας «Η Καθημερινή», 26 Ιουλίου 2011.

«Μιχάλης Κακογιάννης, the Greek», άρθρο στον ιστότοπο της εφημερίδας «Η Καθημερινή», 1 Αυγούστου 2011.

Μιχάλης Κακογιάννης (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Δημόσιας Τηλεόρασης - πρώην Ε.Ρ.Τ.)

Μιχάλης Κακογιάννης 1955 (Αρχείο ντοκιμαντέρ της Δημόσιας Τηλεόρασης - πρώην Ε.Ρ.Τ.)

Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα - Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα


ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ ΑΛΕΚΑ ΚΑΤΣΕΛΗ




Σπάνιο ντοκουμέντο με τη μεγάλη ηθοποιό, Αλέκα Κατσέλη, στον ομώνυμο ρόλο
Συμπρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί: Ελένη Χαλκούση (Μαρία Χοσέφα), Όλγα Τουρνάκη (Πόνθια), Μαρία Σκούντζου (Μαρτίριο), Δώρα Σιζάνη (Αντέλα), Αγγέλικα Καπελάρη (Αγκούστιας), Πόπη Παπαδάκη (Αμέλια), Αμαλία Γκίζα (Μαγκνταλένα), Ειρήνη Κουμαριανού (Προυντένθια), Δήμητρα Ζέζα (Υπηρέτρια), Τζένη Στεφανάκου (Ζητιάνα), Μαργαρίτα Ανθίδου, Ρέα Χαλκιαδάκη, Ελένη Σοφού (Γυναίκες).

Μετάφραση: Νίκος Γκάτσος
Σκηνοθεσία: Γιώργος Μούλιος
Μουσική: Μάνος Λοϊζος

Το έργο ανέβηκε το 1986 στο Εθνικό Θέατρο, με την ίδια πρωταγωνίστρια και σε σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου




Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια




Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα είναι θεατρικό έργο του Ισπανού συγγραφέα και ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Είναι το τελευταίο έργο που έγραψε ο Λόρκα, το 1936, και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1945. Μαζί με τη "Γέρμα" και το "Ματωμένο Γάμο" αποτελούν την τριλογία της "ισπανικής υπαίθρου" του συγγραφέα.

Το εργο περιγράφει τα γεγονότα κατά την περίοδο πένθους σε ένα σπίτι στην Ανδαλουσία, όπου η 60χρονη Μπερνάρντα Άλμπα κατέχει τον απόλυτο έλεγχο πάνω στις κόρες της: Αγκούστιας, Μαγκνταλένα, Αμέλια, Μαρτίριο και Αδέλα. Στο σπίτι ζουν επίσης η Πόνθια, η οικονόμος, κι η Μαρία Χοσέφα, μητέρα της Μπερνάρντα. Στο έργο δεν εμφανίζεται επί σκηνής κανένας ανδρικός χαρακτήρας. Ακόμα κι ο Πέπε Ρομάνο, το αντικείμενο του πόθου για τις κόρες της Μπερνάρντα και μνηστήρας της Ανγκούστιας, δεν εμφανίζεται ποτέ.

Το έργο επικεντρώνεται στα ζητήματα της καταπίεσης, του συμβιβασμού και του πάθους και την επιρροή των ανδρών στις γυναίκες. Η τυραννία της Μπερνάρντα απέναντι στις κόρες της προμηνύει τη φύση του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο στην Ισπανία, λίγο αφού τελειώσει το έργο του ο Λόρκα.



Υπόθεση του έργου

Μετά το θάνατο του δεύτερου συζύγου της, η Μπερνάρντα Άλμπα γίνεται τυραννική με τις πέντε κόρες της, που σπάνια είχαν οποιαδήποτε επαφή με το άλλο φύλο. Επιβάλλει πένθος 8 χρόνων και τον εγκλεισμό τους μες στο σπίτι, καθώς η ανώτερη τάξη τους δεν τους επιτρέπει να "ανακατεύονται" με τους απλούς χωρικούς. Η Ανγκούστιας, η μεγαλύτερη κόρη της Μπερνάρντα από τον πρώτο της γάμο, κληρονομεί την περιουσία του πατέρα της κι έτσι προσελκύει το ενδιαφέρον ενός μνηστήρα, του Πέπε Ρομάνο. Τον Πέπε όμως ποθούν κι η Αδέλα, η μικρότερη κόρη, που αρνείται να υποταχθεί στη μητέρα της και συνάπτει ερωτική σχέση μαζί του, αλλά κι η Μαρτίριο, που τη ζηλεύει για κάτι που η ίδια δεν μπορεί να αποκτήσει, λόγω του παρουσιαστικού της. Η ζήλια της Μαρτίριο θα οδηγήσει στο τραγικό τέλος της Αδέλα και στη διατήρηση του πένθους στο σπίτι.
Θεματολογία
Η τραγική μοίρα - Η Αδέλα επαναστατεί ενάντια στην τυραννία της μητέρας της και τελικά το πληρώνει με την ίδια της τη ζωή.
Καταπίεση των γυναικών
Συντηρητική κοινωνία - Εμμονή με την κοινωνική τάξη, τη θρησκεία, την παρθενία κλπ.
Aπολυταρχισμός - Η Μπερνάρντα επιβάλλεται με αυταρχικό, σκληρό κι άδικο τρόπο στο σπίτι. Η εξουσία της συμβολίζεται από το μπαστούνι της, με το οποίο επιβάλλει το σεβασμό και την υποταγή όλων στο σπίτι.
Παραστάσεις

Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στις 18 Νοεμβρίου 1954 στο θέατρο "Κοτοπούλη" σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου, σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, σκηνικά και κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη. Το ρόλο της Μπερνάρντα Άλμπα ερμήνευσε η Κατίνα Παξινού.

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Κατερίνα Γώγου (ταινίες που έπαιξε)


Παραγγελιά - (1980)


Όστρια(1984)


Στην Όστρια η Κατερίνα Γώγου τιμήθηκε με Κρατικό βραβείο ερμηνείας και σεναρίου(το οποίο μοιράστηκε με τον Α.Θωμόπουλο).
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Αντρέας Θωμόπουλος,
Πρωταγωνιστούν:Θ.Μπαζάκα,Κ.Γώ­γου,Μ.Αρβανίτη,Κ.Αρζόγλου,Δ.Καμπερίδης,Γ­.Σαμπάνης και η Rebecca Pauly.


Οι έξι ήρωες της ταινίας του Ανδρέα Θωμόπουλου Όστρια-το τέλος του παιγνιδιού κρύβουν κάτω από μια επιφανειακά "τακτοποιημένη ζωή ένα ηφαίστειο επιθυμιών που περιμένει την αφορμή για να εκραγεί

Το βαρύ πεπόνι


Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια



Το βαρύ πεπόνι
Σκηνοθεσία Παύλος Τάσιος
Σενάριο Παύλος Τάσιος
Πρωταγωνιστές Μίμης Χρυσομάλλης
Κατερίνα Γώγου
Αντώνης Αντωνίου
Λήδα Πρωτοψάλτη
Πρώτη προβολή 1977
Μουσική Γιώργος Παπαδάκης
Διάρκεια 87 λεπτά
Γλώσσα Ελληνικά
Σελίδα IMDb
Σελίδα Cine.gr


Το βαρύ πεπόνι είναι μια κοινωνική σάτιρα, που αναφέρεται στον οικονομικό μαρασμό της ελληνικής επαρχίας, την αστυφιλία και τη δυσκολία επιβίωσης στην Αθήνα για το μέσο εργαζόμενο που οδηγεί στη συγκρότηση συνδικάτων. Πέρα αυτών τονίζει την αναγκαιότητα κάθε πολίτης, γραμματιζούμενος ή μη, να συνειδητοποιήσει τα δικαιώματα και τις ευθύνες που του αναλογούν και να προσαρμόζει ανάλογα τις φιλοδοξίες του. Η ταινία είχε ευρεία αποδοχή για τα δεδομένα της εποχής της και έκοψε 80.000 εισιτήρια. Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1977 πήρε 6 βραβεία: καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, γυναικείας ερμηνείας (Κατερίνα Γώγου), ανδρικής ερμηνείας (Μίμης Χρυσομάλλης, Αντώνης Αντωνίου) και το βραβείο κριτικών κινηματογράφου.

Υπόθεση
Ο Μίμης, ένας νεαρός επαρχιώτης καφετζής, μεταναστεύει στην Αθήνα, όταν η περιοχή του απαλλοτριώνεται από μια μεγάλη τουριστική επιχείριση, για να μην αναγκαστεί να δουλέψει ως γκαρσόν εκεί. Στην Αθήνα, με τη βοήθεια ενός φίλου του από το στρατό, του Αριστείδη, προσπαθεί να αγοράσει δική του επιχείρηση, όμως τα χρήματα από την αναγκαστική απαλλοτρίωση, είναι λίγα και η αγορά αναβάλλεται. Στο σπίτι του Αριστείδη μένει και η κουνιάδα του, η Τούλα, που εργάζεται ως ράφτρα για να βγάζει τα προς το ζην. Ο Μίμης τη ζητάει σε γάμο και σύντομα παντρεύονται. Τα έξοδα του σπιτιού αδυνατούν να καλυφθούν από το μεροκάματο της Τούλας, η οποία κατ' επανάληψη παροτρύνει τον άντρα της να βρει δουλειά. Ο Μίμης που δεν μπορεί να αποδεχτεί τη νοοτροπία του υπαλλήλου, αν και πιάνει δουλειά ως γκαρσόν παραιτείται μετά από 3 μέρες αφότου έχει καυγαδίσει με τον προϊστάμενό του. Αυτό γίνεται αιτία για καβγά στο σπίτι που καταλήγει σε χωρισμό. Μέχρι να βγει το διαζύγιο, ο Μίμης αναλογίζεται τα όσα έχουν συμβεί και με τη βοήθεια ενός πρώην συναδέλφου του συνειδητοποιεί ότι πρέπει να προσαρμοστεί για να μην καταλήξει στο περιθώριο της κοινωνίας. Ξανασμίγει με τη γυναίκα του και βρίσκει πάλι δουλειά γκαρσόν, ενώ συμμετέχει και στις συνελεύσεις του συνδικάτου, προσπαθώντας να βοηθήσει τον κλάδο του.


Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια



Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;
Σκηνοθεσία Ντίνος Κατσουρίδης
Σενάριο Ντίνος Κατσουρίδης,Ασημάκης Γιαλαμάς
Πρωταγωνιστές Θανάσης Βέγγος, Έφη Ροδίτη, Αντώνης Παπαδόπουλος, Καίτη Λαμπροπούλου, Κατερίνα Γώγου, Νικήτας Πλατής
Πρώτη προβολή 24 Σεπτεμβρίου 1971
Μουσική Μίμης Πλέσσας
Διάρκεια 85 λεπτά
Γλώσσα Ελληνικά
Σελίδα Cine.gr


Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση; είναι ο τίτλος σατιρικής ταινίας του 1971 σε σκηνοθεσία και παραγωγή του Ντίνου Κατσουρίδη και πρωταγωνιστή τον Θανάση Βέγγο. Τιμήθηκε με 3 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1971 (καλλιτεχνικής ταινίας, σεναρίου και α’ ανδρικού ρόλου).
Υπόθεση
Η ταινία διαδραματίζεται την περίοδο της Κατοχής. Ο Θανάσης είναι ένας εργάτης εργοστασίου ο οποίος κοιτάει μόνο τη δουλειά του και το πώς θα εξοικονομήσει λίγο φαγητό. Αντίθετα, η αδελφή του, Φρόσω, βοηθάει όσο μπορεί την αντίσταση κατά των Γερμανών. Ο Θανάσης θα βρεθεί στο δικαστήριο υπερασπιζόμενος τον ταβερνιάρη της γειτονιάς, Θόδωρο. Θα καταδικαστεί όμως ο ίδιος για ψευδορκία, σε είκοσι ημέρες φυλάκιση και θα βρεθεί στο ίδιο κελί με πατριώτες αντιστασιακούς. Ανάμεσά τους είναι και ο γνωστός Ιβάν. Όλοι μαζί αποφασίζουν και δραπετεύουν πλην του Θανάση, που μένει μόνος στο κελί. Όταν ο διοικητής ζητάει τον Ιβάν για ανάκριση, ο υπεύθυνος της φυλακής, έντρομος διαπιστώνει την απόδραση και στη θέση του Ιβάν παρουσιάζει τον Θανάση.
Τοποθεσία
Μέρος της ταινίας έχει γυριστεί στον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό του Νέου Φαλήρου.
Κατηγορίες:
Ταινίες του 1971
Ελληνικές ταινίες